Αρχεία Ιστολογίου

Λιάνα Κανέλλη: «ή Χριστός ή Μαρξ (;)»

Η Λιάνα Κανέλλη, στην εκπομπή της «Μπήκαν Στην Πόλη Οι Οχτροί», στον Real FM (2/5/2014), έδωσε μια εξαιρετική απάντηση στο δίλημμα που τίθεται από διάφορους: «ή Χριστός ή Μαρξ»

Ο Φιντέλ Κάστρο για τους πρώτους χριστιανούς και τους σύγχρονους κομμουνιστές

«Πιστεύω ότι θα μπορούσε να γίνει μια σύγκριση ανάμεσα στις διώξεις που υπέστησαν οι θρησκευτικές ιδέες, που επιπλέον, στο βάθος, ήταν πολιτικές ιδέες των δούλων και των καταπιεσμένων στη Ρώμη, και ανάμεσα στο συστηματικό και άγριο τρόπο που διώχτηκαν στη σύγχρονη εποχή οι φορείς των πολιτικών ιδεών των εργατών και των αγροτών, που προσωποποιούν οι κομμουνιστές. Αν υπήρξε μια λέξη που οι αντιδραστικοί μίσησαν περισσότερο από τη λέξη κομμουνιστής, ήταν σε άλλη εποχή ο χριστιανός.

Έβλεπα πάντα μεγάλη ομοιότητα ανάμεσα στις διώξεις των σύγχρονων επαναστατών και εκείνες των πρώτων χριστιανών, δεν έβρισκα καμία διαφορά ανάμεσα στη συμπεριφορά των καταπιεστών σ’ εκείνη τη φάση της ιστορίας και τη σημερινή, είναι μόνο διαφορετικές στιγμές ανάπτυξης της ανθρώπινης κοινωνίας. Το ένα έγινε στη δουλοκτητική κοινωνία και το άλλο στην καπιταλιστική. Δεν μπορούσα πραγματικά να βρω καμία αντίθεση ανάμεσα στα κηρύγματα που απλώθηκαν τόσο δυναμικά εκείνη την εποχή, και τα κηρύγματά μας σήμερα. Έτσι, αισθάνομαι μεγάλη συμπάθεια για τις ιδέες αυτές, για τα κηρύγματα εκείνα, θαυμασμό για τη στάση, για την ιστορία των χριστιανών εκείνων, και βρίσκω ομοιότητα με τη στάση των κομμουνιστών σήμερα. Την έβλεπα, τη βλέπω και θα συνεχίσω να τη βλέπω.»

Φιντέλ Κάστρο, “Ο Φιδέλ και η Θρησκεία: συνομιλίες με τον Φράι Μπέττο”, εκδόσεις Γνώσεις, 1987, σελ. 352-353.

Ο Λέων Τολστόι και το όπιο του λαού

Ο Λέων Τολστόι, στο παρακάτω απόσπασμα*, δίνει μια γλαφυρή περιγραφή για τη θρησκεία που έχει μετατραπεί σε «όπιο του λαού»:

«Ο Χριστός επέκρινε τους Γραμματείς και Φαρισαίους γιατί έλαβαν τα κλειδιά του παραδείσου, αλλά δεν μπήκαν ούτε οι ίδιοι σ’ αυτόν, ούτε και επέτρεψαν σε άλλους να το κάνουν.

Οι μορφωμένοι γραμματείς της εποχής μας κάνουν ακριβώς το ίδιο. Έχουν λάβει τα κλειδιά, όχι του παραδείσου, αλλά εκείνα του διαφωτισμού, τα οποία δεν τα χρησιμοποιούν και δεν επιτρέπουν ούτε σε άλλους να το κάνουν. Χρησιμοποιώντας κάθε μορφή απάτης και υπνωτικής εξουσίας, οι ιερείς και ο κλήρος έχουν μεταδώσει στους ανθρώπους την ιδέα ότι ο χριστιανισμός δεν είναι μια θρησκεία που διακηρύσσει την ισότητα όλων των ανθρώπων, και ως εκ τούτου καταστρεπτική για τη σημερινή παγανιστική δομή της ζωής στο σύνολό της, αλλά αντιθέτως υποστηρίζει αυτή τη δομή και μας διδάσκει να διαχωρίζουμε τους ανθρώπους, όπως θα διαχωρίζαμε ένα αστέρι από κάποιο άλλο.

Μας ζητά να αναγνωρίζουμε ότι κάθε εξουσία πηγάζει από το Θεό και ότι πρέπει να την υπακούμε με απόλυτο τρόπο. Προσπαθεί να πείσει τους καταπιεσμένους ότι γενικά η θέση τους έχει οριστεί από το Θεό και ότι πρέπει να την υπομένουν με πραότητα και ταπεινοφροσύνη και να υποτάσσονται στους καταπιεστές. Οι καταπιεστές δεν χρειάζεται να είναι πράοι και ταπεινοί αλλά, ως αυτοκράτορες, βασιλιάδες, πάπες, επίσκοποι και κοσμικές και πνευματικές αρχές κάθε είδους, πρέπει να διορθώνουν τους άλλους διδάσκοντας και τιμωρώντας τους, ενώ οι ίδιοι ζουν μέσα στη μεγαλοπρέπειά και την πολυτέλεια, η εξασφάλιση της οποίας αποτελεί υποχρέωση των υπηκόων τους. Χάρη σε αυτή τη λανθασμένη διδασκαλία την οποία υποστηρίζουν ολόψυχα, οι άρχουσες τάξεις κυβερνούν τους ανθρώπους, αναγκάζοντας τους να φροντίζουν για τις πολυτέλειες, τις αλαζονείες και τις ακολασίες των ηγεμόνων.»

Πράγματι, ο χριστιανισμός μπορεί να μετατραπεί σε μια θρησκεία με τα χαρακτηριστικά που παρουσιάζει ο Τολστόι. Μια θρησκεία που αποκοιμίζει τις λαϊκές μάζες προς όφελος της εκμεταλλευτικής εξουσίας.

Από την άλλη, υπάρχουν οι δυνατότητες και το υπόβαθρο ώστε να αποτελέσει μια απελευθερωτική κίνηση αντίστασης που θα επικίνδυνη για τους εκμεταλλευτές και την εξουσία τους. Αυτή η πίστη που μέσα στους αιώνες ενέπνευσε πλήθος επαναστατικών κινημάτων και κινητοποίησε ανθρώπους ώστε να αγωνιστούν ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση, στον καιρό της καπιταλιστικής-ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας, μπορεί να αποτελέσει έναν σύμμαχο αταλάντευτα στο πλευρό των κολασμένων της γης που αγωνίζονται για την ανατροπή αυτού του συστήματος που γεννά ανισότητα και εκμετάλλευση.

Για αρχή, το σημαντικό είναι να αναγνωρίσουμε και να αποβάλλουμε το «όπιο», είτε αυτό βρίσκεται στη θρησκεία, είτε στην κατευθυνόμενη ενημέρωση, είτε στην προσφερόμενη διασκέδαση, είτε σε διάφορες πτυχές του τρόπο ζωής μας, είτε στις πολιτικές μας αντιλήψεις κ.λπ.

*. Λέων Τολστόι, «Τι Είναι η Θρησκεία», Εκδόσεις Printa, Αθήνα 2003, σελ. 69-70.

Φιντέλ Κάστρο: κοινά σημεία επαφής του χριστιανισμού με το σοσιαλισμό και τη λαϊκή εξουσία

Από την πιο πρόσφατη (17/2/2014) συνάντηση του Φιντέλ Κάστρο με τον Φράι Μπέττο.

Φράι Μπέττο: Το θεό που αρνείστε εσείς οι μαρξιστές-λενινιστές, τον αρνούμαι και εγώ: το θεό του κεφαλαίου, το θεό της εκμετάλλευσης, το θεό στο όνομα του οποίου έγινε ο ιεραποστολικός εκχριστιανισμός από την Ισπανία και την Πορτογαλία στη Λατινική Αμερική, με τη γενοκτονία των ιθαγενών, το θεό που δικαιολόγησε και καθαγίασε τους δεσμούς της Εκκλησίας με το αστικό Κράτος. Το θεό που σήμερα νομιμοποιεί στρατιωτικές δικτατορίες σαν του Πινοτσέτ. Αυτόν το θεό που εσείς αρνείστε, αυτόν τον θεό που ο Μαρξ στην εποχή του κατάγγειλε, τον αρνούμαστε και εμείς. Δεν είναι αυτός ο Θεός της Βίβλου, δεν είναι ο Θεός Ιησούς.

Τα βιβλικά κριτήρια για το ποιος πραγματικά εκπληρώνει τη θέληση του Θεού βρίσκονται στο κεφάλαιο 25 του κατά Ματθαίο: ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψασα, καὶ ἐποτίσατέ μοι. Σήμερα μπορούμε να προσθέσουμε: Δεν είχα εκπαίδευση, και μου έφτιαξες σχολεία. Ήμουν άρρωστος, και μου έδωσες υγεία. Δεν είχα κατοικία, και μου έδωσες σπίτι. Και ο Ιησούς συμπεραίνει: ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.

Μόλις ήρθα από μια συγκέντρωση με μια ομάδα Κουβανών χριστιανών φοιτητών. Κάποια στιγμή μου ζήτησαν να τους πω λίγα λόγια και ένας με ρώτησε πώς ένιωθα σαν χριστιανός μέσα σε μια κοινωνία όπου πολλοί είναι άθεοι. Τους είπα λοιπόν: Κοίτα, για μένα το πρόβλημα του αθεϊσμού δεν έχει σχέση με το μαρξισμό, είναι ζήτημα των χριστιανών. Ο αθεϊσμός υπάρχει, γιατί εμείς οι χριστιανοί ιστορικά δεν σταθήκαμε ικανοί να δώσουμε μια λογική μαρτυρία για την πίστη μας. Από κει, λοιπόν, ξεκινάει το πράγμα. Αναλύοντας την αναστροφή που έκανε η θρησκεία για να δικαιολογήσει την εκμετάλλευση της Γης στο όνομα μιας ανταμοιβής στον Ουρανό, εκεί αρχίζουν οι βάσεις που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τον αθεϊσμό.

Ήθελα να πω ότι, από την άποψη του Ευαγγελίου, η σοσιαλιστική κοινωνία που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη ζωή του λαού, πραγματοποιεί ασυνείδητα αυτό που εμείς, οι άνθρωποι της πίστης, ονομάζουμε προγράμματα του Θεού στην ιστορία. 

Φιντέλ Κάστρο: Μερικά πράγματα που μου λες έχουν πολύ ενδιαφέρον. Και εγώ στις συζητήσεις μου με τους Βορειοαμερικάνους επισκόπους —που προκάλεσαν αυτή την ανταλλαγή απόψεων ανάμεσά μας— ξεκινούσα ακριβώς από τα κοινά αυτά σημεία στη διδασκαλία του χριστιανισμού, και που και σε εμάς τους ίδιους δίδασκαν όταν ήμασταν παιδιά και έφηβοι. Για παράδειγμα, η Εκκλησία κριτίκαρε την πλεονεξία. Ο σοσιαλισμός, ο μαρξισμός-λενινισμός, στηλιτεύει κι αυτός την πλεονεξία, θα μπορούσαμε σχεδόν να πούμε το ίδιο έντονα. Ο εγωισμός είναι κάτι από αυτά που εμείς κριτικάρουμε περισσότερο, κάτι που και η Εκκλησία κριτικάρει. Η φιλαργυρία είναι άλλη μια κριτική για την οποία έχουμε κοινά σημεία.

Εγώ μάλιστα πρόσθεσα στους επισκόπους, ότι εσείς έχετε ιεραποστόλους που πηγαίνουν στον Αμαζόνιο, για παράδειγμα, για να ζήσουν μαζί με τις κοινότητες των Ινδιάνων, ή που πηγαίνουν να δουλέψουν μαζί με τους λεπρούς. Πηγαίνετε και δουλεύετε με τους αρρώστους σε πολλά μέρη του κόσμου. Και εμείς έχουμε τους διεθνιστές. Δεκάδες χιλιάδες Κουβανοί εκπληρώνουν διεθνιστικές αποστολές. Τους ανέφερα το παράδειγμα των δασκάλων μας που πήγαν στη Νικαράγουα, 2.000 δάσκαλοι, που ζουν σε πολύ δύσκολες συνθήκες μαζί με τις αγροτικές οικογένειες. Δάσκαλοι και δασκάλες, που είναι το πιο ενδιαφέρον, γιατί σχεδόν το 50% αυτών των δασκάλων που πήγαν στη Νικαράγουα ήταν γυναίκες, πολλές είχαν οικογένεια, παιδιά. Αποχωρίζονταν την οικογένειά τους για δυο χρόνια για να πάνε στα πιο απομακρυσμένα μέρη, στα βουνά και στους αγρούς της Νικαράγουας, να ζήσουν εκεί που ζουν εκείνοι, σ’ ένα ταπεινό καλύβι, να τρέφονται όπως τρέφονται εκείνοι. Και μερικές φορές ξέρω ότι στο ίδιο σπίτι, κατά κανόνα, ζούσαν η οικογένεια, το ζευγάρι, τα παιδιά, ο δάσκαλος ή η δασκάλα και τα ζώα.

[…] Και έχουμε καθηγητές και δασκάλους σε χώρες της Αφρικής, όπως στην Αγκόλα, τη Μοζαμβίκη, την Αιθιοπία, ή της Ασίας, όπως στη Νότια Υεμένη. Έχουμε γύρω στους 1.500 γιατρούς που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα πιο απομακρυσμένα μέρη του κόσμου, στην Ασία, την Αφρική, δεκάδες χιλιάδες συμπατριώτες σε διάφορα διεθνιστικά καθήκοντα.

Θύμισα στους επισκόπους, ότι αν η Εκκλησία έχει τους ιεραποστόλους, εμείς έχουμε τους διεθνιστές. Αν εσείς εκτιμάτε τούτο το πνεύμα αυτοθυσίας και άλλες ηθικές αξίες, αυτές είναι οι αξίες που εμείς εξάρουμε, τιμούμε και προσπαθούμε να προωθήσουμε στη συνείδηση των συμπατριωτών μας.

Τους είπα κάτι ακόμη: Αν η Εκκλησία επρόκειτο να δημιουργήσει ένα Κράτος σύμφωνα με τις αρχές αυτές, θα οργάνωνε ένα Κράτος σαν το δικό μας.

Φράι Μπέττο: Ναι, αλλά ελπίζω πως η Εκκλησία δεν θα έχει ξανά αυτή την πρόθεση, ότι η χριστιανοσύνη «της Δεξιάς» δεν θα είναι η χριστιανοσύνη «της Αριστεράς».

Φιντέλ Κάστρο: Ε, καλά, εγώ βέβαια δεν συμβούλευα τους επισκόπους να οργανώσουν Κράτος. Τους είπα, όμως, ότι αν το οργάνωναν σύμφωνα με τις χριστιανικές αντιλήψεις, θα οργάνωναν ένα κράτος παρόμοιο με το δικό μας.

Τους είπα: Για παράδειγμα, σίγουρα δεν θα επιτρέπατε και θα αποφεύγατε με κάθε τρόπο τα τυχερά παιχνίδια, σ’ ένα Κράτος που θα διέπεται από τις χριστιανικές αρχές. Εμείς εξαλείψαμε το παιχνίδι. Δεν θα επιτρέπατε την ύπαρξη ζητιάνων και εξαθλιωμένων στους δρόμους. Το δικό μας είναι το μοναδικό Κράτος της Λατινικής Αμερικής, όπου δεν υπάρχουν ούτε ζητιάνοι ούτε εξαθλιωμένοι. Δεν θα επιτρέπατε να υπάρχει παιδί εγκαταλελειμμένο. Σ’ αυτή τη χώρα δεν υπάρχει ούτε ένα τέτοιο παιδί. Δεν θα επιτρέπατε παιδί πεινασμένο. Σ’ αυτή τη χώρα δεν υπάρχει πεινασμένο παιδί. Δεν θα αφήνατε γέρο χωρίς βοήθεια, χωρίς περίθαλψη. Σ’ αυτή τη χώρα δεν υπάρχουν ηλικιωμένοι χωρίς βοήθεια, χωρίς περίθαλψη. Δεν θα επιτρέπατε την ιδέα μιας χώρας γεμάτης ανέργους. Σ’ αυτή τη χώρα δεν υπάρχουν άνεργοι. Δεν θα επιτρέπατε τα ναρκωτικά. Στη χώρα μας έχουν εξαλειφθεί. Δεν θα επιτρέπατε την πορνεία, έναν τρομερό θεσμό που υποχρεώνει τη γυναίκα να ζει πουλώντας το κορμί της. Στη χώρα μας η πορνεία έχει εξαλειφθεί, έχουν καταργηθεί οι διακρίσεις, έχουν δημιουργηθεί δυνατότητες δουλειάς για τη γυναίκα, ανθρώπινες συνθήκες, προωθείται κοινωνικά η γυναίκα. Καταπολεμήσαμε τη διαφθορά, την κλοπή, την υπεξαίρεση. Επομένως όλα αυτά τα πράγματα που καταπολεμήσαμε, όλα αυτά τα προβλήματα που λύσαμε, θα ήταν τα ίδια που θα προσπαθούσε να λύσει η Εκκλησία, αν επρόκειτο να οργανώσει ένα πολιτικό κράτος σύμφωνα με τους χριστιανικούς κανόνες.

Το παραπάνω κείμενο, είναι απόσπασμα από τις συνομιλίες του Φιντέλ Κάστρο με τον βραζιλιάνο καθολικό μοναχό και υποστηρικτή της Θεολογίας της Απελευθέρωσης, Φράι Μπέττο, που έγιναν το 1985, όπως περιέχονται στο βιβλίο “Ο Φιδέλ και η Θρησκεία: συνομιλίες με τον Φράι Μπέττο” (εκδόσεις Γνώσεις, 1987, σελ. 279-283).

Η θρησκευτική κατάσταση στην Κούβα: μια σύντομη ανασκόπηση

To 1961, στην ιμπεριαλιστική επιχείριση των ΗΠΑ ενάντια στην σοσιαλιστική Κούβα που έμεινε γνωστή ως «εισβολή στον κόλπο των χοίρων» υπήρξαν χριστιανοί, «ιεραπόστολοι» και εκκλησίες που έτειναν χείρα βοηθείας στην CIA και τους αντεπαναστάτες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον έλεγχο της λαϊκής εξουσίας της Κούβας σε καθολικά ιδρύματα, ιεραποστολές και κάποιες εκκλησίες. Την επόμενη χρονιά ο Πάπας Ιωάννης ο ΚΓ΄ έφτασε στο σημείο να αφορίσει τον Φιντέλ Κάστρο.

Από την άλλη, ο Κάστρο το 1985 συναντήθηκε με τον Βραζιλιάνο καθολικό μοναχό Φράι Μπέττο ανταλλάσσοντας ενδιαφέρουσες απόψεις. Οι συνομιλίες τους κυκλοφόρησαν στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο «Fidel y la Religión», από το οποίο κατά καιρούς αναδημοσιεύουμε αποσπάσματα (1, 2, 3).

Από το 1992, στην Κούβα, οι θρησκευόμενοι και οι χριστιανοί μπορούν να γίνουν μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος, ενώ το κράτος περιγράφεται ως «κοσμικό» και όχι ως «αθεϊστικό».

Το 1994, η Σύνοδος των καθολικών επισκόπων της Κούβας επέκρινε το εμπάργκο των ΗΠΑ, υποστηρίζοντας πως το σύνολο του πληθυσμού αντιμετωπίζει δυσκολίες εξαιτίας του. Τον Ιανουάριο του 1998 ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β΄πραγματοποίησε ιστορική επίσκεψη στην Κούβα, ύστερα από πρόσκληση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας και της εκκλησίας της Κούβας. Ήταν η πρώτη φορά που εν ενεργεία Πάπας επισκέφτηκε την Κούβα. Την ίδια χρονιά, τα Χριστούγεννα αποκαταστάθηκαν ως επίσημη εορτή και δημόσια αργία.

Το 2004 ο Φιντέλ Κάστρο, υποδέχτηκε τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο στην Κούβα. Μάλιστα, η λαϊκή εξουσία της Κούβας έχτισε έναν Ορθόδοξο ναό στην καρδιά της παλιάς Αβάνας και τον δώρισε στην ελληνορθόδοξη χριστιανική κοινότητα. Το 2008, άνοιξε η πρώτη Ρωσική Ορθόδοξη εκκλησία στην Κούβα και στα θυρανοίξια παραβρέθηκε ο Ραούλ Κάστρο.

Το 2009, σε μια προφορική αυτοβιογραφία του που κυκλοφόρησε σε βιβλίο, ο Φιντέλ Κάστρο είπε: «Αν οι άνθρωποι με αποκαλούν χριστιανό, όχι από άποψη θρησκείας, αλλά από τη σκοπιά του κοινωνικού οράματος, διακηρύττω ότι είμαι χριστιανός. Με βάση τις πεποιθήσεις μου και τους στόχους που επιδιώκω.»

Σύμφωνα με το άρθρο 42 του Συντάγματος της Κούβας: «Οι διακρίσεις λόγω φυλής, χρώματος του δέρματος, φύλου, εθνικής καταγωγής, θρησκευτικών πεποιθήσεων, καθώς και όποια άλλη προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια απαγορεύονται και τιμωρούνται από το νόμο*

*. «Το Σύνταγμα και το Πολιτικό Σύστημα της Δημοκρατίας της Κούβας». Σύγχρονη Εποχή. 2004. σελ. 67.

Ο Φιντέλ Κάστρο για το αν η θρησκεία είναι το «όπιο του λαού».

Φράι Μπέττο: Στο κομμουνιστικό κίνημα υπήρξαν κάποιοι άνθρωποι που χρησιμοποίησαν μια φράση του Μαρξ, η οποία βρίσκεται στο κείμενο «Για την Κριτική της Χεγκελιανής Φιλοσοφίας του Δικαίου», που λέει ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού. Η φράση αυτή έγινε ολοκληρωτικό, απόλυτο, μεταφυσικό δόγμα, έξω από κάθε διαλεκτική.

Τον Οκτώβριο του 1980, για πρώτη φορά στην ιστορία, ένα επαναστατικό κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία, το Σαντινιστικό Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης, εξέδωσε ένα ντοκουμέντο πάνω στη θρησκεία, όπου γίνεται κριτική σ’ αυτό, αν το πάρει κανείς σαν απόλυτη αρχή. Λέει, λέξη προς λέξη: «Μερικοί έχουν βεβαιώσει ότι η θρησκεία αποτελεί ένα μηχανισμό αλλοτρίωσης των ανθρώπων, που χρησιμεύει στη δικαιολόγηση της εκμετάλλευσης μιας τάξης από μια άλλη. Η πιστοποίηση αυτή έχει χωρίς αμφιβολία ιστορική αξία, στο βαθμό που σε διάφορες ιστορικές εποχές η θρησκεία χρησίμευσε σαν θεωρητικό στήριγμα της πολιτικής κυριαρχίας. Αξίζει να θυμίσουμε το ρόλο που έπαιξαν οι ιεραπόστολοι στη διαδικασία της κυριαρχίας και της αποικιοκρατίας σε βάρος των ιθαγενών στη χώρα μας. Χωρίς αμφιβολία, εμείς οι Σαντινίστας βεβαιώνουμε, ότι η δική μας πείρα δείχνει, πως όταν οι χριστιανοί, στηριγμένοι στην πίστη τους, μπορέσουν να απαντήσουν στις ανάγκες του λαού και της ιστορίας, οι ίδιες τους οι πεποιθήσεις τούς ωθούν στη συμμετοχή στην Επανάσταση. Η πείρα μας δείχνει, ότι μπορεί κανείς να είναι πιστός και ταυτόχρονα συνεπής επαναστάτης και ότι δεν υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στα δυο».

Κομαντάντε, σας ρωτάω, εσείς πιστεύετε ότι η θρησκεία είναι το όπιο των λαών;

Φιντέλ Κάστρο: Σου εξήγησα αρκετή ώρα χτες, κάτω από ποιες ιστορικές συνθήκες γεννήθηκαν ο σοσιαλισμός, το σοσιαλιστικό κίνημα και οι ιδέες του επαναστατικού σοσιαλισμού, του μαρξισμού-λενινισμού. Πως σ’ εκείνη την ταξική κοινωνία άγριας και απάνθρωπης εκμετάλλευσης αιώνες ολόκληρους, χρησιμοποιήθηκε η Εκκλησία και η θρησκεία σαν όργανο κυριαρχίας, εκμετάλλευσης, καταπίεσης, πώς γεννήθηκαν οι τάσεις και η σκληρή, δικαιολογημένη κριτική απέναντι στην Εκκλησία και μάλιστα στην ίδια τη θρησκεία. Έλα στη θέση ενός επαναστάτη που συνειδητοποιεί τον κόσμο αυτό και θέλει να τον αλλάξει. Φαντάσου, από την άλλη μεριά, τους θεσμούς, τους γαιοκτήμονες, τους ευγενείς, τους αστούς, τους πλούσιους, τους μεγαλέμπορους, την ίδια την Εκκλησία, όλους πρακτικά σε αγαστή συμφωνία για να εμποδίσουν τις κοινωνικές αλλαγές. Ήταν πολύ λογικό, από τη στιγμή μάλιστα που η θρησκεία χρησιμοποιήθηκε σαν όργανο κυριαρχίας, να έχουν οι επαναστάτες αντικληρική θέση και μάλιστα αντιθρησκευτική. Μπορώ θαυμάσια να καταλάβω τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γεννήθηκε αυτή η φράση.

Όταν όμως ο Μαρξ δημιούργησε τη Διεθνή των εργατών, απ’ ό,τι ξέρω μέσα σ’ αυτήν υπήρχαν πολλοί χριστιανοί. Απ’ ό,τι γνωρίζω, στην Παρισινή Κομμούνα, ανάμεσα σ’ αυτούς που πάλεψαν και σκοτώθηκαν, υπήρχαν πολλοί χριστιανοί. Και δεν υπάρχει ούτε μια φράση του Μαρξ που να αποκλείει αυτούς τους χριστιανούς από τη γραμμή ή την ιστορική αποστολή να κάνουν την κοινωνική επανάσταση. Αν προχωρήσουμε λίγο παραπέρα, και θυμηθούμε όλες τις συζητήσεις που έγιναν γύρω από το πρόγραμμα του Μπολσεβίκικου Κόμματος που ίδρυσε ο Λένιν, δεν θα βρεις ούτε μια λέξη που να αποκλείει τους χριστιανούς από το Κόμμα. Μπαίνει το ζήτημα της αποδοχής του Προγράμματος του Κόμματος σαν προϋπόθεση για να γίνει κανείς μέλος.

Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για μια φράση, ή για ένα σύνθημα, ή για μια τοποθέτηση, που έχει ιστορική αξία και είναι απόλυτα σωστή στη συγκεκριμένη στιγμή. Στη σημερινή κατάσταση, μπορεί να υπάρξουν συνθήκες που να είναι έκφραση κάποιας πραγματικότητας. Σε οποιαδήποτε χώρα, όπου η καθολική ιεραρχία ή η ιεραρχία οποιασδήποτε άλλης Εκκλησίας, είναι στενά δεμένη με τον ιμπεριαλισμό, τη νεοαποικιοκρατία, την εκμετάλλευση των λαών και των ανθρώπων, την καταπίεση, δεν θα πρέπει κανείς να παραξενευτεί, αν στη χώρα αυτή επαναλάβει κάποιος ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού. Το ίδιο καλά καταλαβαίνει κανείς τους Νικαραγουανούς, που λόγω της πείρας τους και της θέσης των Νικαραγουανών ιερωμένων, κατέληξαν στο συμπέρασμα, και κατά τη γνώμη μου έχουν κι αυτοί πολύ δίκιο, ότι με αφετηρία την πίστη τους οι πιστοί μπορούσαν να πάρουν επαναστατικές θέσεις κι ότι δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στην ιδιότητα του πιστού και την ιδιότητα του επαναστάτη. Ωστόσο, απ’ ό,τι καταλαβαίνω, σε καμία περίπτωση βέβαια, η φράση αυτή δεν μπορεί να έχει το χαρακτήρα δόγματος ή απόλυτης αλήθειας. Είναι αλήθεια που πρέπει να προσαρμόζεται στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Πιστεύω ότι είναι απόλυτα διαλεκτικό, απόλυτα μαρξιστικό να βγάλουμε αυτό το συμπέρασμα.

Κατά τη γνώμη μου, η θρησκεία μ’ αυτή την έννοια, από πολιτική άποψη, δεν είναι ούτε όπιο ούτε πανάκεια. Μπορεί να είναι όπιο ή πανάκεια, στο βαθμό που χρησιμοποιείται και εφαρμόζεται για να υπερασπίσει τους καταπιεστές και εκμεταλλευτές ή τους καταπιεσμένους, τα θύματα εκμετάλλευσης· εξαρτάται από τον τρόπο που θίγονται τα πολιτικά, κοινωνικά ή υλικά προβλήματα του ανθρώπινου όντος, που ανεξάρτητα από θεολογία και θρησκευτικές πεποιθήσεις γεννιέται και πρέπει να ζήσει σ’ αυτό τον κόσμο.

Από μια αυστηρά πολιτική θέση —και νομίζω πως κάτι ξέρω από πολιτική— πιστεύω ότι μπορεί κανείς να είναι μαρξιστής χωρίς να σταματήσει να είναι χριστιανός και να δουλεύει μαζί με έναν μαρξιστή κομμουνιστή για να μεταβάλει τον κόσμο. Το σημαντικό είναι και στις δυο περιπτώσεις να πρόκειται για ειλικρινείς επαναστάτες, πρόθυμους να εξαλείψουν την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και να αγωνιστούν για τη δίκαιη κατανομή του κοινωνικού πλούτου, την ισότητα, την αδελφοσύνη, την αξιοπρέπεια όλων των ανθρώπινων όντων. Να είναι, δηλαδή, φορείς της πιο προωθημένης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής συνείδησης, αν και στην περίπτωση των χριστιανών η αφετηρία είναι η θρησκευτική αντίληψη.

Το παραπάνω κείμενο, είναι απόσπασμα από τις συνομιλίες του Φιντέλ Κάστρο με τον βραζιλιάνο καθολικό μοναχό και υποστηρικτή της Θεολογίας της Απελευθέρωσης, Φράι Μπέττο, που έγιναν το 1985, όπως περιέχονται στο βιβλίο “Ο Φιδέλ και η Θρησκεία: συνομιλίες με τον Φράι Μπέττο” (εκδόσεις Γνώσεις, 1987).

Πόλεμος των Χωρικών

Τον 16ο αιώνα, παράλληλα με τη θρησκευτική μεταρρύθμιση του Μαρτίνου Λούθηρου (η οποία ως προς τα κοινωνικά ζητήματα χαρακτηριζόταν από μία αστική μετριοπάθεια), αναπτύσσεται ένα επαναστατικό χριστιανικό κίνημα, που συνενώνει μεγάλα τμήματα των κατώτερων τάξεων της Γερμανίας, και κυρίως τους αγρότες, τους οποίους ξεσηκώνει ενάντια στην άγρια εκμετάλλευση των αρχόντων.

Ηγέτης του είναι ο Τόμας Μίντσερ, ο οποίος κηρύττει ότι «οι αφέντες κάνουν μόνοι τους εχθρό τους τους φτωχούς. Αφού δεν θέλουν να καταργήσουν την αιτία της αναταραχής, πως μπορεί να βγει καλό στο τέλος; Αχ, αγαπητοί κύριοι, τι ωραία που θα τσακίσει ο Θεός όλα αυτά τα παλιοτεντζερικά με ένα σιδερένιο λοστό!¹ Όταν το λέω, θεωρούμαι ταραχοποιός. Ας είμαι!»²

Ο Λούθηρος, αρχικά ασκεί χλιαρή κριτική στην άρχουσα τάξη, κρατώντας αποστάσεις από το κίνημα των χωρικών. Τελικά, παρεμβαίνει στον πόλεμο που έχει ήδη ξεσπάσει, επικροτώντας το τσάκισμα των χωρικών από τους άρχοντες: «Πρέπει να τσακιστούν, να στραγγαλιστούν, να σφαχτούν φανερά ή κρυφά απ’ όποιον μπορεί να το κάνει, όπως θα σκότωνε κανείς ένα λυσσασμένο σκυλί.»³

Περισσότερα, για τον πόλεμο των χωρικών, μπορείτε να διαβάσετε στο κλασικό βιβλίο του Φρίντριχ Ένγκελς, «Ο Πόλεμος των Χωρικών στη Γερμανία» που κυκλοφορεί από την Σύγχρονη Εποχή (δείτε εδώ), αλλά και στο βιβλίο των εκδόσεων Ανάκαρα που περιέχει σχετικά κείμενα των Καρλ Κάουτσκυ, Ιγκόρ Σαφάρεβιτς και Ραούλ Βάνεγκεμ (δείτε εδώ).

Ένα συμπέρασμα που μπορεί να βγει από το κίνημα των χωρικών, αλλά κι από άλλα θρησκευτικά κινήματα με ριζοσπαστικές τάσεις στα κοινωνικά ζητήματα (Θαβωρίτες, Χουσίτες, Βαλδένσιοι, Σκαφτιάδες κ.λπ., ή το σύγχρονο κίνημα της Θεολογίας της Απελευθέρωσης), είναι ότι η πίστη, εκτός από μηχανισμό ιδεολογικής καταστολής της κοινωνικής ριζοσπαστικοποίησης («όπιο του λαού»), μπορεί να αποτελέσει και άσβεστο φιτίλι της προοπτικής που θα θελήσει να πολεμήσει την εκμετάλλευση, την ανισότητα και την αδικία.

1. Αναφορά του Μίντσερ στο Δευτερονόμιον 7:5-6.
2. Wilhelm Zimmerman, Bauernkrieg, II, σελ. 75
3. Από το τετρασέλιδο φυλλάδιο του Μαρτίνου Λούθηρου, με τίτλο «Κατά των ληστρικών και δολοφονικών ορδών των χωρικών» (Wilhelm Zimmerman, Bauernkrieg, III, σελ. 713).

Για τους θρησκευόμενους υπερασπιστές του καπιταλισμού

Υπάρχουν θρησκευόμενοι που αγωνιούν και αγωνίζονται για την υπεράσπιση, την συγκάλυψη και την εδραίωση του καπιταλιστικού συστήματος της εκμετάλλευσης. Την προοπτική της ανατροπής της βαρβαρότητας την βαπτίζουν αμαρτία. Φαίνεται να έχουν διαλέξει πλευρά: είναι στο πλευρό αυτών που έχουν στην κατοχή τους τα μέσα παραγωγής αρπάζοντας τον πλούτο που παράγει ο λαός με τον ιδρώτα και το αίμα του.

Κάποιους θα τους ακούσετε να δυσανασχετούν με τα εμπόδια που θέτει το κράτος στην επιχειρηματικότητα, στην ελεύθερη αγορά και οικονομία, ευαγγελιζόμενοι πως όλα θα βελτιωθούν με ακόμα πιο αχαλίνωτο καπιταλισμό, με ακόμα μεγαλύτερη βαρβαρότητα. Άλλοι θα αγωνιούν για τις τράπεζες των καπιταλιστών και την ανακεφαλαίωσή τους. Άλλοι πάλι, θα υποστηρίξουν ότι έργο της εκκλησίας είναι η φιλανθρωπία, ενώ η θεολογία που είναι στο πλευρό του λαού και της εργατικής τάξης και η οποία αγγίζει τους «τύπους των ήλων» των αιτίων της ανισότητας και της αδικίας, δεν είναι έργο της εκκλησίας.

Συνειδητά ή ασυνείδητα, είναι υπερασπιστές των ισχυρών αυτού του κόσμου, των πλουσίων και των καπιταλιστών.

Τι σχέση έχουν όλοι αυτοί άραγε, με τον αρχαίο λόγο της εκκλησίας;

«Αλίμονο σε εκείνους που προσθέτουν στο σπίτι τους κι άλλο σπίτι κι ενώνουνε χωράφι με χωράφι, έτσι που πια να μην υπάρχει τόπος για άλλους κι αυτοί να μείνουνε οι μοναδικοί της χώρας κάτοικοι! […] Ο πλούσιος θα αφανιστεί μέσα στις επιχειρήσεις του. […] Οι πλούσιοι είναι αυτοί που σας καταδυναστεύουν. […]  Ακούστε με τώρα εσείς οι πλούσιοι. Κλάψτε με γοερές κραυγές για τα βάσανά σας, που όπου να ‘ναι έρχονται. Ο πλούτος σας σάπισε, και τα ρούχα σας τα ‘φαγε ο σκόρος· το χρυσάφι σας και το ασήμι κατασκούριασαν, και η σκουριά τους θα είναι μαρτυρική κατάθεση εναντίον σας και θα καταφάει τις σάρκες σας σαν τη φωτιά. Κι ενώ πλησιάζει η κρίση, εσείς μαζεύετε θησαυρούς. Ακούτε! Κραυγάζει ο μισθός των εργατών που θέρισαν τα χωράφια σας κι εσείς τους τον στερήσατε· και οι κραυγές των θεριστών έφτασαν ως τα αυτιά του παντοδύναμου Κυρίου. Ζήσατε πάνω στη γη με απολαύσεις και σπατάλες. Παχύνατε σαν τα ζώα, που τα πάνε για σφάξιμο. Καταδικάσατε και φονεύσατε τον αθώο· δε σας προέβαλε αντίσταση καμία.» (Ησ. 5:8, Ιακ. 1:11, 2:6, 5:1-6)

Μαρξισμός και Χριστιανισμός

Το «Μαρξισμός. Για πάντα νέος»¹ του Νέστωρ Κόαν, είναι ένα αρκετά ευκολοδιάβαστο βιβλίο, που μέσα από σύντομα κείμενα και σκίτσα, κάνει μια γενική εισαγωγή στον μαρξισμό.

Ο συγγραφέας του βιβλίου, είναι ερευνητής και υφηγητής στο πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες (UBA) και στο ΛαΙκό Πανεπιστήμιο Μητέρες της Πλατείας του Μαπ (UPMPM). Έχει γράψει πολλά βιβλία σχετικά με τον μαρξισμό, που κυκλοφορούν σε Αργεντινή, Κούβα, Μεξικό, Βραζιλία, Ισπανία κ.α.. Έχει επίσης προλογίσει βιβλία των Αντόλφο Σάντσες Βάσκες, Αρμάντο Αρτ Ντάβαλος, Κάρλος Ταμπλάδα, Καρλ Μαρξ, Ρόζας Λούξεμπουργκ, Γκεόργκ Λούκατς, Αντόνιο Γκράμσι κ.ά.

Το συγκεκριμένο βιβλίο, αφιερώνει μερικά κείμενα στην σχέση του μαρξισμού με την θρησκευτική πίστη και τον χριστιανισμό, τα οποία θεωρήσαμε ότι παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, έστω κι αν κάποιος δεν συμφωνεί σε όλα μαζί τους. Παρακάτω, σας παραθέτουμε μερικά σχετικά αποσπάσματα:

Θρησκεία = Όπιο του Λαού; (σελ. 20)

Στα νεανικά του χρόνια, ο Μαρξ αναλύει κριτικά τη θεολογία της εποχής του. Στη Γερμανία, οι επίσημες προτεσταντικές αρχές (κατά κύριο λόγο λουθηρανικές) στηρίζουν την άρχουσα τάξη, όπως ακριβώς γίνεται και στην Ολλανδία, την Ελβετία και την Αγγλία. Αν και πολιτιστικά αντίπαλος της Μεταρρύθμισης, ο Καθολικισμός επιτελεί ανάλογη λειτουργία στην Ιταλία, τη Γαλλία και την Ισπανία. Τα ίδια σχεδόν μ’ αυτά που συμβαίνουν σήμερα σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Γι’ αυτό ο Μαρξ κριτικάρει αυστηρά όσους επιδιώκουν να διδάξουν στους εργάτες την υποταγή, την υπομονή και την πραότητα. Αντιτίθεται σε όσους λένε στον λαό να στρέφει και «την άλλη παρεία» και διακηρύσσει, αντίθετα, την αξιοπρέπεια και την πάλη.

Ωστόσο η οπτική του Μαρξ στην Εισαγωγή του 1843 -επηρεασμένη από τον Φόιερμπαχ- είναι πολύ πιο σύνθετη από τον απλοϊκό φιλελεύθερο αντικληρικαλισμό. Τόσο οι δογματικές, μηχανιστικές και χυδαίες όψεις του μαρξισμού, όσο και η συντηρητική θρησκευτική σκέψη, έχουν χρησιμοποιήσει κατά καιρούς, αποσπασματικά και παραμορφωτικά, την έκφραση «Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού» για να εξυπηρετήσουν πολλούς και διάφορους σκοπούς, από το να μετατρέψουν τον Μαρξ σ’ έναν χυδαίο «παπαδοφάγο» ή φιλελεύθερο πεφωτισμένο αστό, όπως εκείνοι της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Όλοι ξεχνάνε ότι η σκοπιά του είναι ουμανιστική. Υπό την ίδια οπτική, ο Ένγκελς δημοσιεύει στα Γαλλογερμανικά Χρονικά, μια κριτική του βιβλίου Παρελθόν και παρόν (1843) του Τόμας Καρλάιλ (1795-1881). Εκεί γράφει: «Το πρόβλημα ήταν πάντα η φύση του Θεού. Και η γερμανική φιλοσοφία έλυσε το πρόβλημα δηλώνοντας ότι ο Θεός είναι ο άνθρωπος.»

Θεολογία και Επανάσταση; (σελ. 21)

Αν κάποιος πιστεύει στον Θεό… μπορεί να δηλώνει μαρξιστής; Αυτό το παμπάλαιο και υπερώριμο θέμα έχει οριστικά απαντηθεί. Ο μαρξισμός είναι φιλοσοφία της πράξης και μια αντίληψη για τον κόσμο, που τοποθετεί στο κέντρο της το πολιτικό πρόβλημα της επανάστασης και του μετασχηματισμού της κοινωνίας, όχι το μεταφυσικό πρόβλημα του αν υπάρχει Θεός ή όχι. Επαναστάτης είναι αυτός που παλεύει καθημερινά για επανάσταση, είτε πιστεύει είτε δεν πιστεύει στο Θεό. Μακριά από οποιαδήποτε μεταφυσική, ο μαρξισμός βοηθάει τον άνθρωπο να βρει το νόημα της ζωής σ’ αυτή τη συλλογική μάχη κατά της εκμετάλλευσης και της μονόπλευρης κυριαρχίας.

Κατά τον 20ό και τον 21ο αιώνα, σημαντικοί τομείς της θρησκείας, χωρίς να αποκηρύσσουν την πίστη τους, απορρίπτουν τις αξίες της υποταγής και της παθητικότητας. Έχοντας έρθει σε επαφή με τις λαϊκές εξεγέρσεις και τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις, αυτοί οι κύκλοι των πιστών -εμπνευσμένοι από τη θεολογία της απελευθέρωσης- παίρνουν στα σοβαρά το προφητικό μήνυμα ότι «είμαστε ίσοι μπροστά στον Θεό». Αντί να κηρύσσουν την πραότητα, κηρύσσουν την επανάσταση κατά του ψευτοθεού του χρήματος, κατά των ψευδοπροφητών της αγοράς, όσων προσκυνούν το χρυσό μοσχάρι, όσων σκύβουν ευλαβικά το κεφάλι μπροστά στους πίνακες του χρηματιστηρίου και στις θεότητες των πιστωτικών καρτών, όσων απαιτούν εργατικές θυσίες μπροστά στον αδηφάγο και απάνθρωπο βωμό του κεφαλαίου.

Ο Ένγκελς, ο Μύνστερ και ο Επαναστατικός Χριστιανισμός (σελ. 67)

Το καλοκαίρι του 1850, ο Φρίντριχ Ένγκελς γράφει στο Λονδίνο τον Πόλεμο των χωρικών στη Γερμανία². Όπως ο ίδιος σημειώνει σχετικά το 1870, γράφει «υπό την άμεση εντύπωση της αντεπανάστασης» και της ήττας του 1848. Εκεί αναλύει τους πολέμους που εξελίχθηκαν ανάμεσα στο 1524 και το 1526, όπου οι αγρότες και οι πληβείοι εξεγείρονται κατά των κυρίων τους. Ο Ένγκελς ξεχωρίζει ιδιαίτερα τον ρόλο του Τόμας Μύνστερ, αιρετικού ηγέτη, ο οποίος ευαγγελίζεται έναν επαναστατικό κομμουνισμό ανάμικτο με τον χριστιανισμό.

Ο Ένγκελς διαφοροποιεί τον αστικό χριστιανισμό -στον οποίο εντάσσει και τον Μαρτίνο Λούθηρο (1483-1546)- από τον επαναστατικό χριστιανισμό, επικεφαλής του οποίου είναι ο Μύνστερ. Εντοπίζει τα παράλληλα στοιχεία ανάμεσα στους επαναστάτες χριστιανούς και στους κομμουνιστές. Αυτή η ίδια σύγκριση εμφανίζεται σε πολλά γραπτά του Ένγκελς, όπως στον πρόλογο του για το βιβλίο Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία, του 1895. Ανάμεσα στους άλλους μαρξιστές στοχαστές, το ίδιο κάνει και η Ρόζα Λούξεμπουργκ (1871-1919), εβραιοπωλωνή ηγέτιδα των Σπαρτακιστών, η οποία ιδρύει το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Η Ρόζα αναφέρει αυτή τη σύγκριση στο άρθρο της «Ο σοσιαλισμός και οι εκκλησίες» (1905).

Μαρξισμός και Θεολογία της Απελευθέρωσης (σελ. 68)

Συνήθως αποδίδεται στον μαρξισμό η απόλυτη αντίθεση προς οποιαδήποτε θρησκευτική επιλογή. Σ’ αυτό συμβάλλουν ο συντηρητισμός του Βατικανού και άλλων εκκλησιών. Ωστόσο, από την κουβανική επανάσταση του 1959 -με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο και τον Τσε Γκεβάρα- μέχρι σήμερα, στη Λατινική Αμερική διαμορφώνεται ένα σημαντικό ρεύμα χριστιανών επαναστατών και σοσιαλιστών, εμβληματική μορφή του οποίου αποτελεί ο κολομβιανός ιερέας Καμίλο Τόρες Ρεστρέπο (1919-1966). Ιερέας και κοινωνιολόγος, ο Καμίλο πεθαίνει μαχόμενος ως αντάρτης του εθνικοαπελευθερωτικού στρατού (ELN), με προσανατολισμό μαρξιστικό και τσεγκεβαρικό.

Ο Γκουστάβο Γκουτιέρες (1928), περουβιανός Ιησουίτης, δημοσιεύει το 1974 ένα βασικό βιβλίο: Θεολογία της απελευθέρωσης. Προοπτικές³. Το 1969 είχε ήδη εκδώσει δικά του κείμενα με τον Ρούμπεμ Άλβες. Άλλοι θεωρητικοί αυτού του ρεύματος, το οποίο συγχωνεύει τον μαρξισμό και τον χριστιανισμό, είναι ο Χούγκο Άσμαν, ο Λεονάρντο υ Γκλοντόβις Μποφ, ο Φρέι Μπέτο, ο Γιον Σομπρίνο, ο Ενρίκε Ντουσέλ, ο Φραντς Γ. Χινκελάμερτ, ο Πάμπλο Ρίτσαρντ, κ.α.

1. Νέστωρ Κόαν, Μαρξισμός. Για πάντα νέος, εκδ. Γνώση, Αθήνα 2011. Δείτε εδώ.
2. Κυκλοφορεί στα ελληνικά από την Σύγχρονη Εποχή. Δείτε εδώ.
3. Κυκλοφορεί στα ελληνικά από τον Άρτο Ζωής. Δείτε εδώ.

Κάποια ζητήματα που θα πρέπει να δούμε, χωρίς φόβο και προκαταλήψεις!

Let's stop "fooling" ourselves!

Let’s stop «fooling» ourselves!

Ανέκαθεν οι εκμεταλλευτές, μέσα από την θρησκευτική πίστη, επιδίωκαν να υποδουλώσουν την συνείδηση του λαού, διδάσκοντας πως η ύπαρξη φτωχών και πλουσίων είναι μέρος του «θεϊκού σχεδίου», πως οι άνθρωποι πρέπει να σιωπούν μπροστά στην αδικία και την ανισότητα και να υποτάσσονται σιωπηλά στους από πάνω!

Είναι αλήθεια πως το απελευθερωτικό μήνυμα της χριστιανικής πίστης, στις περισσότερες περιπτώσεις… «εξαϋλώθηκε», και μέσα στους αιώνες, οι εκκλησίες εξελίχθηκαν σε βασικό δεκανίκι των εκμεταλλευτών.

Βέβαια, πάντα υπήρξαν επαναστατικές φωνές που διαφοροποιούνταν, μέσα στην εκκλησία. Η ίδια η Αγία Γραφή, είναι διάσπαρτη από έναν απελευθερωτικό οραματισμό της κοινωνίας (1, 2, 3, 4, 5). Μάλιστα ο σοσιαλιστής ηγέτης Φιντέλ Κάστρο παραδεχόταν πως «με τις διδασκαλίες του Χριστού μπορείς να διατυπώσεις ένα ριζοσπαστικό σοσιαλιστικό πρόγραμμα, ανεξαρτήτως αν είσαι πιστός ή όχι». Επίσης, πολλοί από αυτούς που οι ίδιες οι εκκλησίες παραδέχονται ως Πατέρες, διατύπωσαν ιδιαίτερα ριζοσπαστικές σκέψεις για το κοινωνικό ζήτημα (1, 2, 3, 4, 5). Αλλά η φωνή τους, φαίνεται πως αποσιωπάται με αποτέλεσμα να αγνοούνται οι αντιλήψεις τους από την συντριπτική πλειοψηφία των θρησκευόμενων.

Όσο για τα διάφορα ριζοσπαστικά κινήματα που εμπνεύστηκαν από την χριστιανική πίστη μέσα στους αιώνες (θαβωρίτες, αναβαπτιστές, κίνημα των χωρικών, σκαφτιάδες κ.λπ.), είτε θεωρούνται ως αμφιλεγόμενα από την επικρατούσα θεολογική σκέψη, είτε απορρίπτονται εξολοκλήρου ως αιρετικά (sic). Επίσης, για την σύγχρονη θεολογία της απελευθέρωσης, οι σύγχρονοι «ιεροεξεταστές», από νωρίς έσπευσαν να της κολλήσουν την ταμπέλα της «μαρξιστικής τάσης» της εκκλησίας, επιχειρώντας να την απαξιώσουν στα μάτια ενός ποιμνίου που είχε γαλουχηθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε όταν άκουγε την λέξη «κομμουνισμός», έκανε συνειρμούς με την κόλαση!

Οι χριστιανοί που αντιλαμβανόμαστε την αναγκαιότητα της κοινωνικής απελευθέρωσης και της ανατροπής του συστήματος της εκμετάλλευσης, θα πρέπει πρώτοι να ασκήσουμε κριτική και να αναλύσουμε τον αντιδραστικό ρόλο που έπαιξαν εκφάνσεις της θρησκείας και της εκκλησίας μέσα στην ιστορία.

Θα πρέπει, επιτέλους, χωρίς φόβο και προκαταλήψεις, να αναζητήσουμε το γιατί και το πως, η απελευθερωτική χριστιανική πίστη σε πολλές περιπτώσεις μετατράπηκε σε μοιρολατρική αντίληψη για την ζωή, και χρησιμοποιήθηκε ως κατασταλτικό για κάθε πιθανή ριζοσπαστικοποίηση, κηρύττοντας (όπως έλεγε το The Preacher And The Slave του Τζό Χίλλ): «Θα φάτε, σε αυτή την ένδοξη γη πάνω από τον ουρανό. Να εργάζεστε και να προσεύχεστε, ζήστε στο σανό. Όταν πεθάνετε, θα λάβετε πίτα στον ουρανό. Αν παλέψετε σκληρά για τα παιδιά σας και τη γυναίκα σας, και προσπαθείτε να διεκδικήσετε κάτι καλό σε αυτή τη ζωή, είστε αμαρτωλός και κακός άνθρωπος. Όταν θα πεθάνετε, σίγουρα θα πάτε στην κόλαση.»

Θα πρέπει να μελετήσουμε και να αξιοποιήσουμε την κριτική που έχει ασκηθεί προς θρησκεία και εκκλησία, από την σκοπιά του εργατικού-λαϊκού κινήματος και της κοινωνικής απελευθέρωσης.

Θα πρέπει να δούμε, πως ακόμα και σήμερα, ένα τεράστιο κομμάτι της εκκλησίας χαρακτηρίζεται από την αντίδραση, την μοιρολατρία, την συγκάλυψη της κοινωνικής οπισθοδρόμησης, την δικαιολόγηση της εκμετάλλευσης, και πολλές φορές ακόμα κι από την εναντίωση και τον εξοβελισμό της ριζοσπαστικής, αγωνιστικής και απελευθερωτικής προοπτικής.